«ΖΑΚ ΛΑΚΑΝ, Ιδρυτική πράξη. Ιδρύω –εξίσου μόνος, όσο ανέκαθεν υπήρξα στη σχέση μου με το ψυχαναλυτικό αίτιο – τη Γαλλική Σχολή Ψυχανάλυσης, της οποίας θα διασφαλίσω προσωπικώς τη διεύθυνση για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, εφόσον τίποτα προς το παρόν δεν μου απαγορεύει να το κάνω. Αυτός ο τίτλος, σύμφωνα με την πρόθεση μου, αντιπροσωπεύει τον οργανισμό όπου οφείλει να διεκπεραιώνεται μια εργασία – η οποία, μέσα στο πεδίο που άνοιξε ο Φρόιντ, θα αποκαταστήσει το κοφτερό υνί της αλήθειας της – η οποία επαναφέρει την πρωτότυπη πράξη που καθιέρωσε με το όνομα ψυχανάλυση, με το καθήκον που της αναλογεί στον κόσμο μας – και η οποία μέσω μιας διαρκούς κριτικής, αποκηρύσσει τις παρεκκλίσεις και τους συμβιβασμούς που αμβλύνουν την πρόοδο της υποβιβάζοντας τη χρήση της. Αυτός ο στόχος εργασίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με μια εκπαίδευση που πρέπει να χορηγείται στα πλαίσια αυτού του κινήματος επανάκτησης. Αυτό σημαίνει ότι εξουσιοδοτούνται αυτοδικαίως γι’ αυτό, εκείνοι τους οποίους εγώ ο ίδιος έχω εκπαιδεύσει κι ότι καλούνται όλοι όσοι μπορούν να συνεισφέρουν, ώστε αυτή η εκπαίδευση να αποτελέσει το θεμέλιο της δοκιμασίας. Όσοι προσέλθουν σ’ αυτή τη Σχολή θα δεσμευτούν να εκπληρώσουν ένα καθήκον που θα υποβάλλεται σε εσωτερικό και εξωτερικό έλεγχο. Σε αντάλλαγμα, θα έχουν τη διαβεβαίωση ότι δεν θα υπάρξει φειδώ, ώστε ό,τι αξιόλογο θα κάνουν, να έχει την απήχηση που του αξίζει και τη θέση που του αρμόζει. Για την εκτέλεση της εργασίας, θα υιοθετήσουμε την αρχή μιας διεργασίας που θα στηρίζεται σε μια μικρή ομάδα. Η καθεμία από αυτές (έχουμε ένα όνομα για να ορίσουμε αυτές τις ομάδες) θα αποτελείται από τρία τουλάχιστον άτομα, το πολύ πέντε, τέσσερα είναι ο σωστός αριθμός. ΣΥΝ ΕΝΑ, επιφορτισμένο με την επιλογή, τη συζήτηση και την έκβαση που θα πρέπει να επιφυλάσσεται στην εργασία του καθενός. Μετά από ένα κάποιο χρονικό διάστημα λειτουργίας, τα στοιχεία (μέλη) μιας ομάδας θα έχουν τη δυνατότητα να μετακινηθούν σε κάποια άλλη. Η ευθύνη της διεύθυνσης δεν θα συνιστούσε αρχηγία της οποίας οι προσφερόμενες υπηρεσίες θα κεφαλαιοποιούνταν για την πρόσβαση σ’ ένα ανώτερο βαθμό και κανείς δεν θα έπρεπε να θεωρεί υποβάθμιση την επιστροφή του στο επίπεδο μιας εργασίας βάσης. Για το λόγο ότι κάθε προσωπικό εγχείρημα θα θέτει το δημιουργό του σε συνθήκες κριτικής και εποπτείας, όπου κάθε εργασία που συνεχίζεται, θα υποβάλλεται στη Σχολή. Αυτό δεν συνεπάγεται καθόλου μια ιεραρχία με το κεφάλι κάτω, αλλά μια κυκλική οργάνωση, της οποίας η λειτουργία, εύκολη στον προγραμματισμό, θα ενισχυθεί με την εμπειρία. Συγκροτούμε τρία τμήματα, των οποίων την πορεία θα διασφαλίσω μαζί με δυο συνεργάτες που θα με επικουρούν για το καθένα.»